Η ιστορία τριών ζευγαριών που πρόκειται να ανακαλύψουν ότι η ευτυχία ενός γάμου έχει πολλές εισόδους αλλά μόνο μία έξοδο κινδύνου. Ζώντας μια ζωή βυθισμένη στις ερωτήσεις των σχέσεων που ποτέ δεν ενδιαφέρονται να μάθουν με ποια σειρά να γράψουν τις σελίδες τους, καταλήγουν να αγκαλιάζουν το κομμάτι της λογικής του άλλου που κατάλαβαν καλύτερα και το κομμάτι της σιωπής τους, που κατάλαβαν ελάχιστα. Ο αέρας μεταξύ τους είναι έτοιμος να πάρει στην αγκαλιά του τις ατελείωτες ώρες της ζωής τους, που κάλυψαν με σιωπή όλα αυτά που ποτέ δεν βρήκαν το θάρρος να καλύψουν με λόγια. Θέλει πραγματικά να το μετατρέψει σε τραγούδι έξι καρδιών που χέρι-χέρι θα ασκήσουν πολιορκία στο μέρος της αλήθειας που αναζητούν από το κοινό τους μέλλον. Βλέπετε, όταν ένα άτομο δεν είναι πλέον σε θέση να κατέχει την αλήθεια, που το σήμερα του προσφέρει, πείθει τον εαυτό του ότι ήρθε η ώρα να ερωτευτεί με τον μύθμο, που το αύριο θα τον προμηθεύσει με ανυπομονησία.
Ζώντας ανάμεσα στις ερωτήσεις της αβύσσου και στις απαντήσεις της κορυφής.Σ’ αυτούς που αρνούνται να ζήσουν σ’ έναν κόσμο που κυβερνούν τα μυαλά και οι καρδιές έχουν κρυφτεί μες σ’ ό,τι δεν μπορούν οι ίδιες να αισθανθούν
Δυο αδελφικοί φίλοι, ο Γιάννης και ο Μάρκος, στη διάρκεια της πρώτης μέρας των διακοπών τους βρίσκονται σε μια παραλία στις δυο το πρωί προσπαθώντας να βρουν τρόπο να ξαλαφρώσουν από το επιπλέον βάρος που κουβάλησαν για λογαριασμό του ανθρώπου που ο καθένας τους διάλεξε να είναι κατά τη διάρκεια της μέρας που μόλις τέλειωσε. Και οι δύο έχουν φέρει το βάρος αυτό στο μαγαζί της αυτογνωσίας τους για να το εξαργυρώσουν, μήπως και καταφέρουν έτσι να μάθουν ποιο είναι το κέρδος που αποκόμισαν μεταμορφώνοντας για μερικές ώρες τον εαυτό τους ταυτόχρονα σε κάτι παραπάνω απ’ ό,τι η λογική τους θα ήθελε να είναι και σε κάτι λιγότερο απ’ ό,τι η ψυχή τους άντεχε να γίνει. Με διαφορετική τεχνική ο καθένας παλεύει πάλι μετά από καιρό να θυμηθεί πώς απελευθερώνεται κανείς από την υποχρέωση να δείχνει στους γύρω κάτι διαφορετικό απ’ αυτό που βλέπει όταν κοιτάζει τον εαυτό του στον καθρέφτη που του φέρνει η συνείδησή του και του στήνει απέναντι από τις ερωτήσεις εκείνες που εδώ και χρόνια φοβάται ο ίδιος να της κάνει. Έχουν φέρει μαζί τους μόνο ό,τι είναι πιο βαρύ από μια συνείδηση που δεν αντέχει να πολεμάει άλλο την αλήθεια της και ό,τι είναι πιο ελαφρύ από έναν εγωισμό που δεν χρειάζεται να νικήσει το επόμενο λεπτό του ιδιοκτήτη του για να νιώσει χρήσιμος.
Το ασαφές μηδέν, το άδειο ένα και ο άνθρωπος ανάμεσα
3.00€
Κάθε μέρα μαθαίνω να σκέφτομαι ξεχνώντας αυτά που ξέρω. Μαθαίνω να χαίρομαι ξεχνώντας αυτά που με λυπούν. Μαθαίνω να προχωρώ προς τα μπρος ορμώντας πάνω σ’ όλα αυτά που θέλουν να με κάνουν να οπισθοχωρήσω. Δεν έχω δικαίωμα να ξεριζώσω ό,τι εγώ ο ίδιος δεν φύτεψα. Δεν έχω δικαίωμα να σβήσω ό,τι εγώ ο ίδιος δεν έγραψα.
Η ιστορία τριών ζευγαριών που πρόκειται να ανακαλύψουν ότι η ευτυχία ενός γάμου έχει πολλές εισόδους αλλά μόνο μία έξοδο κινδύνου. Ζώντας μια ζωή βυθισμένη στις ερωτήσεις των σχέσεων που ποτέ δεν ενδιαφέρονται να μάθουν με ποια σειρά να γράψουν τις σελίδες τους, καταλήγουν να αγκαλιάζουν το κομμάτι της λογικής του άλλου που κατάλαβαν καλύτερα και το κομμάτι της σιωπής τους, που κατάλαβαν ελάχιστα. Ο αέρας μεταξύ τους είναι έτοιμος να πάρει στην αγκαλιά του τις ατελείωτες ώρες της ζωής τους, που κάλυψαν με σιωπή όλα αυτά που ποτέ δεν βρήκαν το θάρρος να καλύψουν με λόγια. Θέλει πραγματικά να το μετατρέψει σε τραγούδι έξι καρδιών που χέρι-χέρι θα ασκήσουν πολιορκία στο μέρος της αλήθειας που αναζητούν από το κοινό τους μέλλον. Βλέπετε, όταν ένα άτομο δεν είναι πλέον σε θέση να κατέχει την αλήθεια, που το σήμερα του προσφέρει, πείθει τον εαυτό του ότι ήρθε η ώρα να ερωτευτεί με τον μύθμο, που το αύριο θα τον προμηθεύσει με ανυπομονησία.
Ζώντας ανάμεσα στις ερωτήσεις της αβύσσου και στις απαντήσεις της κορυφής.Σ’ αυτούς που αρνούνται να ζήσουν σ’ έναν κόσμο που κυβερνούν τα μυαλά και οι καρδιές έχουν κρυφτεί μες σ’ ό,τι δεν μπορούν οι ίδιες να αισθανθούν
Δυο αδελφικοί φίλοι, ο Γιάννης και ο Μάρκος, στη διάρκεια της πρώτης μέρας των διακοπών τους βρίσκονται σε μια παραλία στις δυο το πρωί προσπαθώντας να βρουν τρόπο να ξαλαφρώσουν από το επιπλέον βάρος που κουβάλησαν για λογαριασμό του ανθρώπου που ο καθένας τους διάλεξε να είναι κατά τη διάρκεια της μέρας που μόλις τέλειωσε. Και οι δύο έχουν φέρει το βάρος αυτό στο μαγαζί της αυτογνωσίας τους για να το εξαργυρώσουν, μήπως και καταφέρουν έτσι να μάθουν ποιο είναι το κέρδος που αποκόμισαν μεταμορφώνοντας για μερικές ώρες τον εαυτό τους ταυτόχρονα σε κάτι παραπάνω απ’ ό,τι η λογική τους θα ήθελε να είναι και σε κάτι λιγότερο απ’ ό,τι η ψυχή τους άντεχε να γίνει. Με διαφορετική τεχνική ο καθένας παλεύει πάλι μετά από καιρό να θυμηθεί πώς απελευθερώνεται κανείς από την υποχρέωση να δείχνει στους γύρω κάτι διαφορετικό απ’ αυτό που βλέπει όταν κοιτάζει τον εαυτό του στον καθρέφτη που του φέρνει η συνείδησή του και του στήνει απέναντι από τις ερωτήσεις εκείνες που εδώ και χρόνια φοβάται ο ίδιος να της κάνει. Έχουν φέρει μαζί τους μόνο ό,τι είναι πιο βαρύ από μια συνείδηση που δεν αντέχει να πολεμάει άλλο την αλήθεια της και ό,τι είναι πιο ελαφρύ από έναν εγωισμό που δεν χρειάζεται να νικήσει το επόμενο λεπτό του ιδιοκτήτη του για να νιώσει χρήσιμος.
Το ασαφές μηδέν, το άδειο ένα και ο άνθρωπος ανάμεσα
3.00€
Κάθε μέρα μαθαίνω να σκέφτομαι ξεχνώντας αυτά που ξέρω. Μαθαίνω να χαίρομαι ξεχνώντας αυτά που με λυπούν. Μαθαίνω να προχωρώ προς τα μπρος ορμώντας πάνω σ’ όλα αυτά που θέλουν να με κάνουν να οπισθοχωρήσω. Δεν έχω δικαίωμα να ξεριζώσω ό,τι εγώ ο ίδιος δεν φύτεψα. Δεν έχω δικαίωμα να σβήσω ό,τι εγώ ο ίδιος δεν έγραψα.