ΕΙΣΑΓΩΓΗ:
H Ιστορία πάντα διαλέγει έναν πρωτότυπο τρόπο για να επαναλαμβάνεται. Αν δεν ίσχυε αυτό, διαβάζοντας βιβλία θα γινόμασταν όλοι αλάνθαστοι, σοφοί και πετυχημένοι, απλώς αντιγράφοντας στο μέλλον αυτό που αποδείχτηκε σωστό στο παρελθόν. Γιατί λοιπόν, αφού διαβάζοντας το βιογραφικό ενός ανθρώπου είναι σαν να προσπαθείς να οδηγήσεις ένα αυτοκίνητο βλέποντας μόνο τον πίσω καθρέφτη, ερευνούμε το παρελθόν του θεωρώντας ότι θα μπορέσουμε να βρούμε ποιος θα γίνει στο μέλλον; Το μέλλον ενός ανθρώπου σπάνια αρκείται με το να είναι απλώς μία πιστή φωτοτυπία του παρελθόντος του, οπότε αφήστε με να σας πω ποιος είμαι.
Στριμωγμένος ανάμεσα στα έπαθλα και στα συντρίμμια της ζωής μου, γράφω αρπάζοντας σφιχτά στο δεξί μου χέρι το πιο δυνατό συναίσθημα που τη στιγμή εκείνη νιώθω και ξεκινώ μ’ αυτό ν’ ανοίγω μονοπάτια μες στην ψυχή μου, μήπως και καταφέρω να σκαρφαλώσω μέχρι τα κομμάτια της εκείνα που δεν θέλησαν ποτέ να μου ανήκουν.
Επειδή ο τρόπος που ζω μ’ αναγκάζει διαρκώς να σκοντάφτω πάνω στα πιο μεγάλα μειονεκτήματά μου, με τα χρόνια κατέληξα να μάθω τον εαυτό μου αρκετά καλά. Έτσι κι αλλιώς, δεν έμαθα ποτέ να φυλάγομαι απ’ αυτό που στη ζωή μου ήθελα να γίνω, δεν έμαθα καν να φυλάγομαι απ’ αυτό που ήθελε να με κάνει κατά καιρούς η αλήθεια μου.
Ξεφυλλίζοντας μαζί της την ψυχή μου, μ’ έμαθε με τα χρόνια, πριν ξεκινήσω ν’ ανεβαίνω για να κατακτήσω αυτό που νόμιζα ότι ήταν κάθε φορά η κορυφή, να συνειδητοποιώ ποιο κομμάτι της ευτυχίας μου είχα ήδη κρύψει μέσα της. Τι παραπάνω άλλωστε είναι ένας δημιουργός από έναν εξερευνητή συναισθημάτων ο οποίος βρίσκει έναν τρόπο να ορμήσει μες στην ψυχή του αναγνώστη για να ενεργοποιήσει πάλι τα συναισθήματά του εκείνα που ο ίδιος δεν έχει έρθει για καιρό σ’ επαφή μαζί τους και να τα βγάλει έξω στο φως, για ν’ αρχίσουν έτσι να νιώθουν πάλι για λογαριασμό του;
Επειδή η τέχνη γεννιέται τις στιγμές εκείνες στη ζωή ενός ανθρώπου που τα δάκρυά του σταματούν να κλαίνε και αρχίζουν να ρωτούν, σε κάθε λέξη που γράφω, μαθαίνω αυτό που ήδη είμαι από αυτό που δεν θα μπορέσω ποτέ να γίνω. Ξεκινώντας να γράφω νιώθω ότι, τη στιγμή που το μολύβι μου αγγίζει την άδεια σελίδα, ένας καθρέφτης ξεπηδά από μέσα της και, χωρίς ο ίδιος να το συνειδητοποιήσω, έρχεται και στήνεται με τέτοια γωνία μπροστά μου, που βλέπω αυτά που θέλω να γράψω ν’ αποτυπώνονται πάνω στην αντανάκλαση της ψυχής μου στην επιφάνειά του. Είναι οι στιγμές που η ασάφεια, που προτιμούσε τόσα χρόνια τώρα να έχει μέσα της η αγαπημένη μου σιωπή, θα διαλέξει μέσ’ απ’ την ψυχή μου τις λέξεις που εκείνη θέλει για να εκφράσει αυτό που ο ίδιος ακόμα δεν είμαι σίγουρος για το πώς θα καταφέρω να αισθανθώ, ελπίζοντας ότι, παραμορφώνοντας αυτό που θέλω να κρύψω, θα καταφέρω να φτιάξω απ’ τον απόηχό του αυτό που θα ήθελα τόσο πολύ να έχω το θάρρος να πω.
Έτσι γίνομαι ένας εργάτης συναισθημάτων, ένας εργάτης ο οποίος, βάζοντας τη μία λέξη πάνω στην άλλη, χτίζει μία ψυχή που το πρώτο πράγμα που θα θελήσει να κάνει είναι να πιάσει στο χέρι την πιο δυνατή κραυγή που έχει μέσα της και να διαλαλήσει στους ανθρώπους γύρω της πόσο η ίδια πονάει, πόσο λατρεύει, πόσο ανησυχεί, πόσο έχει ανάγκη να χαίρεται. Γράφοντας, καθαρίζω τα πολυτιμότερα συναισθήματα της ψυχής μου για να μην τη βρομίσω με τις πιο ελεεινές μου σκέψεις. Υπάρχουν λέξεις, υπάρχουν χρώματα, υπάρχουν στίχοι οι οποίοι, όσο καλός και να είμαι στο να τα κρατώ μέσα μου, ξελύνονται απ’ την αλήθεια μου και έρχονται μπροστά στην εξώπορτα της καρδιάς μου και τη χτυπούν τόσο δυνατά, που σχεδόν θα τη σπάσουν. Τότε η ίδια, πετώντας από πάνω της μία μία όλες εκείνες τις άχρηστες λέξεις που η ίδια δεν μπορεί να νιώσει, μένει γυμνή μέχρι να έρθουν γύρω της και να την αγκαλιάσουν όλες εκείνες οι λέξεις που είναι έτοιμες να υπερασπιστούν εκείνο που η ίδια αισθάνεται. Έτσι, η καρδιά του δημιουργού μένει γυμνή ώσπου να γίνει αλήθεια.
Ο άνθρωπος, για να επιβιώσει, χρειάζεται οξυγόνο, για να καταλάβει το λόγο που ο ίδιος ζει, χρειάζεται πάθος. Ο δημιουργός αποτυπώνει στο μέσο που χρησιμοποιεί την προσπάθειά του, το ταξίδι για να βρει την εντιμότητα αυτού που ο ίδιος αισθάνεται. Αν αντέχει να είναι έντιμος με την ψυχή του, προσπαθεί να βρει μες στη δημιουργία του το κομμάτι της αυτό που δεν μπόρεσε ποτέ να καταλάβει. Αν δεν είναι έντιμος, προσπαθεί να κρύψει μες στην τέχνη του το κομμάτι της λογικής του που ο ίδιος φοβάται περισσότερο.
Όταν αρχίζω να δημιουργώ, ψάχνω μανιωδώς να βρω την αλήθεια μου, να την πείσω να με ακολουθήσει για να με βοηθήσει να χτίσω κάτι που να είναι κομμάτι της ψυχής μου, και όχι του μυαλού μου. Γι’ αυτό μπροστά στο κενό που έχει μέσα της μία άγραφη κόλλα χαρτί στέκομαι απέναντι σε δύο μονομάχους που ζουν ταυτόχρονα μέσα της, στο ψέμα της λογικής μου, που πρέπει να νικήσω, και στην αλήθεια της ψυχής μου, που πρέπει ν’ αγκαλιάσω.
Όταν αγγίζουμε με την ψυχή μας ένα έργο τέχνης, αν αυτό είναι αυθεντικό, μας βοηθάει να βρούμε μέσα μας τις λέξεις εκείνες που διαβάζοντάς τες τις ακούμε να μας διαβάζουν ταυτόχρονα ένα κομμάτι της ίδιας της ζωής μας. Χωρίς να το συνειδητοποιούμε, η ψυχή μας αγκαλιάζει τόσο σφιχτά την κάθε λέξη, μέχρι που το κείμενο θα σταματήσει να ζει στο χαρτί και αρχίζει να ζει μέσα μας. Το θαύμα της τέχνης συμβαίνει όταν ένα ποίημα, ένας πίνακας, ένα κομμάτι μουσικής είναι τόσο συναισθηματικά έντιμο, που καταφέρνει να βουτήξει μες στην ψυχή του ανθρώπου που το εισπράττει, προτού η λογική του συνειδητοποιήσει τι συμβαίνει. Κίβδηλη τέχνη είναι το ανάποδο.
Τέλος, γράφω γι’ αυτούς που πιστεύουν ότι το σπίτι ενός βιβλίου είναι η ψυχή ενός ανθρώπου, όχι το μυαλό του. Γράφω γι’ αυτούς που μετρούν το χρόνο τους σε χαμόγελα, όχι λεπτά. Γράφω γι’ αυτούς που πιστεύουν ότι ο καθένας μας είναι μία επανάσταση του καλού, που πρέπει πρώτα να νικήσει το κακό μέσα του, πριν ξεκινήσει να παλεύει με το κακό γύρω του. Γεννήθηκα το 1962, είμαι παντρεμένος με την ίδια γυναίκα από τότε που ήμουν είκοσι δύο, έχω πέντε παιδιά και μ’ αρέσει να διαβάζω στη συνείδησή μου τα ποιήματά μου πριν αρχίσω να τα γράφω.